Δυστυχώς πρόκειται για ένα απολύτως επίκαιρο θέμα, που έχουν να αντιμετωπίσουν χιλιάδες ζευγάρια κάθε χρόνο. Δεν είναι λίγα τα ζευγάρια που μετά από την γέννηση των παιδιών τους καταλήγουν στη λύση του διαζυγίου.           

Το διαζύγιο σαν διαδικασία, εκτός του διαχωρισμού της περιουσίας που δημιουργήθηκε στο πλαίσιο ενός γάμου, επηρρεάζει άμεσα τη ζωή των ανηλίκων τέκνων, που στο μεγαλύτερο ποσοστό είναι τελικά τα αθώα θύματα της όλης διαμάχης.           

Στην Ελλάδα σήμερα, και μόνο στις περιπτώσεις συναινετικού διαζυγίου, οι γονείς μπορούν να επισυνάψουν μαζί με την αίτηση διαζυγίου και την συμφωνία για τον τρόπο άσκησης της γονικής μέριμνας. Υποχρεούνται βέβαια να επισυνάψουν συμφωνία για την επιμέλεια του τέκνου, δηλαδή ποιος θα ασκεί την επιμέλεια του ανηλίκου. Επιπλέον, μπορούν σε περίπτωση της κατ’ αντιδικίας διαδικασίας διαζυγίου να συνυποβάλουν στην ίδια αίτηση και αίτημα για ανάθεση της γονικής μέριμνας.           

Εναλλακτικά , μπορεί να ασκηθεί ξεχωριστή αγωγή ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου  το οποίο θα αποφασίσει σύμφωνα με το συμφέρον του ανηλίκου τέκνου. Αξίζει να αναφερθεί ότι με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο η κοινή επιμέλεια προβλέπεται μόνο με την συναίνεση και των δύο γονέων. Είναι γεγονός ότι τα τέκνα έχουν δύο γονείς. Όλοι ξέρουμε ότι η σχέση γονέα παιδιού δεν εξαρτάται από την ύπαρξη γάμου. Η γονική ευθύνη σαν σύνολο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων δεν τερματίζεται με ένα διαζύγιο.       

Πορισματα επιστημονικών μελετών αναφέρουν ότι η επικρατούσα πρακτική ανάθεσης της επιμέλειας αποκλειστικά στον ένα από τους δύο γονείς, είτε της μητρός, είτε του πατρός αφενός και όπως άλλωστε είναι ευνόητο, τροφοδοτεί συγκρούσεις μεταξύ τους και αφετέρου συντελεί στην αύξηση της παραβατικότητας των παιδιών, ενώ αναπαράγει παθολογικά πρότυπα οικογενειακών σχέσεων.           

Δυστυχώς, και ας αναφέρουμε και κάτι που συμβαίνει στην δικονομική πράξη, οι περισσότεροι Έλληνες Δικαστικοί δεν έχουν -χωρίς βέβαια να ευθύνονται γι’αυτό- εξειδικευμένες γνώσεις παιδοψυ-χολογίας προκειμένου να αποφασίσουν καλύτερα για το συμφέρον του τέκνου, με συνέπεια σε ορισμένες περιπτώσεις οι αποφάσεις τους να δημιουργούν προβλήματα στα ίδια τα παιδιά. Έχει πολλές φορές προταθεί στα σχετικά επιστημονικά συνέδρια η αλλαγή του Νόμου με υποχρεώση του Δικαστηρίου, είτε να έχει εξειδικευμένες γνώσεις (ύστερα βέβαια από σχετική επιμόρφωση), είτε να προσλαμβάνει κατά την συζήτηση τέτοιας φύσης οικογενειακών διαφορών (με αμφισβήτηση καταλληλότητας άσκησης επιμελείας ή γονικής μέριμνας) εξειδικευμένο παιδοψυχολόγο.           

Στο σημείο αυτό πρέπει να γίνει ένας εννοιολογικός διαχωρισμός γονικής μερίμνης και επιμελείας. Η γονική μέριμνα είναι υπέρτερο μέγεθος της επιμελείας, η οποία σύμφωνα με τον Νόμο (1518 ΑΚ) περιλαμβάνει ιδίως την ανατροφή, την επίβλεψη, την μόρφωση και την εκπαίδευση του ανηλίκου τέκνου. Η αναφορά του Νομοθέτη είναι ενδεικτική και μπορεί να κριθεί κατά περίπτωση εάν μία πράξη αφορά την επιμέλεια ή όχι. Δηλαδή, η επιμέλεια έχει τρόπον τινά πιο «καθημερινού τύπου» και πιο περιορισμένο περιεχόμενο εν σχέσει με την γονική μέριμνα. Συνήθως δε επί ενός διαζυγίου ρυθμίζεται το ζήτημα της επιμελείας ανηλίκου, και όχι της γονικής μερίμνης. Δηλαδή, εάν το Δικαστήριο επιδικάσει την επιμέλεια ανηλίκου στον ένα γονέα δεν σημαίνει ότι ο έτερος γονέας χάνει κάθε λόγο επί του τέκνου. Για να φθάσει κάποιος να αιτηθεί την αφαίρεση γονικής μέριμνας από γονέα (δηλ. πλήρη εξουδετέρωσή του όσον αφορά τον λόγο του σχετικά με το τέκνο) θα πρέπει να έχουν λάβει σοβαρά περιστατικά εις βάρος του τέκνου που να δικαιολογούν την αφαίρεση της γονικής μερίμνης (π.χ. άσκηση βίας).

Είναι ευνόητο ότι όταν οι σχέσεις των δύο συζύγων αρχίζουν να κλονίζονται ξεκινάει η αντιπαλότητα, η έχθρα και πολύ συχνά η αποξένωση των συζύγων. Τα παιδιά που βρίσκονται στην μέση της διαμάχης βιώνουν ιδιαίτερα σκληρες καταστάσεις τις οποίες όμως αδυνατούν να διαχείριστούν. 

Τα παιδιά κατά την διαδικασία του διαζυγίου νιώθουν ένα κενό και μάλιστα χωρίς όμως να μπορούν να κατανοήσουν τον λόγο που οδήγησε σε αυτήν την διένεξη. Τις περισσότερες φορές μάλιστα τα παιδιά μπορεί να θεωρήσουν εαυτά υπαίτια για τις διαμάχες μου βιώνουν .

ΑΦΑΙΡΕΣΗ  ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ

Όπως προαναφέρθηκε, το πρόσωπο που είναι φορέας του λειτουργήματος της γονικής μέριμνας μπορεί να είναι διαφορετικό από αυτό που ασκεί το δικαίωμα επί του ανηλίκου, είτε μερικώς είτε ολικώς, όταν η άσκηση ορισμένων εξουσιών από αυτές που συναποτελούν το περιεχόμενο του δικαιώματος γονικής μέριμνας (π.Χ διοίκηση περιουσίας ανατίθεται σε τρίτο πρόσωπο).

Διάκριση μεταξύ αφαίρεσης και παύσης.
Αφαίρεση έχουμε όταν αφαιρείται η άσκηση της γονικής μέριμνας από αυτόν που μέχρι τώρα την ασκούσε (π.Χ. πατέρας και μητέρα μαζί), είτε ολικά, είτε μόνο μερικά (π.χ. η επιμέλεια μόνο ανατίθεται στη μητέρα ενώ τα λοιπά στοιχεία εξακολουθούν να ασκούνται και από τους δυο γονείς.)Παύση από τη γονική μέριμνα έχουμε όταν το δικαίωμα της γονικής μέριμνας στο σύνολό της χάνεται. Για παράδειγμα οι γονείς παύονται ή εκπίπτουν από τη γονική μέριμνα και ο επίτροπος αναλαμβάνει να ασκήσει τις αντίστοιχες εξουσίες στο πλαίσιο των καθηκόντων που ανατίθενται. Αυτός από τον οποίο αφαιρέθηκε η άσκηση εξακολουθεί να είναι φορέας του δικαιώματος, απλά δεν το ασκεί.Η γονική μεριμνα αφαιρείται για τις εξής περιπτώσεις:Η άσκηση της γονικής μέριμνας αφαιρείται από κάποιον γονέα όταν αυτός α)παραβαίνει τα γονεϊκά καθήκοντα, κάνει κατάχρηση του δικαιώματος της γονικής μέριμνας, είναι ακατάλληλος ως γονέας ή για κάποια ιατρική ανάγκη ή άλλο σπουδαίο λόγο.Β) Ασκεί καταχρηστικά το δικαίωμα της γονικής μέριμνας. Η κρίση για το αν η γονική μέριμνα αντίκειται στα συμφέροντα του τέκνου πρέπει να στηρίζεται όχι σε μια μεμονωμένη πράξη ή παράλειψη, αλλά σε εκτίμιση της συνολικής συμπεριφοράς του γονέα (π.χ γονιός χαστουκίζει συχνά το παιδί του, αλλάζει αδικαιολόγητα συχνά περιβάλλον στο παιδί, διεγείρει στο τέκνο μίσος κατά του άλλου γονέα και ματαιώνει το δικαίωμα επικοινωνίας με τον άλλο γονέα.Γ) Ακαταλληλότητα του γονέα. Εδώ πρόκειται για αυταπόδεικτη αδυναμία του γονέα να ανταποκριθεί στα γονεϊκά καθήκοντα, εξαιτίας της οποίας επέρχεται αυτοδίκαιη αναπλήρωση του γονέα που αδυνατεί να ασκήσει τα γονεϊκά του καθήκοντα από τον άλλο γονέα. Σε περίπτωση αδυναμίας του γονέα να ανταποκριθεί στα γονεϊκά του καθήκοντα, έστω και ανυπαίτια, σε περίπτωση που αρνηθεί ο γονέας, καθίσταται απαραίτητη η δικαστική παρέμβαση και κρίση ώστε να επέλθουν τα αποτελέσματά της (1532 Α.Κ.). Μάλιστα, ο Νομοθέτης, εισήγαγε και δυνατότητα αυτεπάγγελτης κινήσεως της διαδικασίας εκ μέρους του Εισαγγελέα, ο οποίος, αν και ποινικός κυρίως θεσμός, έχει πολλές αρμοδιότητες σε ζητήματα αστικής φύσεως και ιδίως επί οικογενειακών διαφορών.


Δ) Αίτηση των γονέων: Το δικαστήριο μπορεί να αφαιρεί την άσκηση της γονικής μέριμνας αν το ζητήσουν και οι δυο γονείς για σπουδαίο λόγο, υποδεικνύοντας μάλιστα και το πρόσωπο που δέχεται να αναλάβει το καθήκον αυτό. Σε περίπτωση που δεν υποδειχθεί πρόσωπο, ενεργοποιούνται οι διατάξεις για επιτροπεία.
Ε) Στιγμιαία αφαίρεση της γονικής μέριμνας: Σε περίπτωση κατεπείγουσας ανάγκης ιατρικής επέμβασης ο Εισαγγελέας πρωτοδικών μπορεί να δώσει αυτός της απαιτούμενη άδεια ύστερα από αίτηση του θεράποντος ιατρού. Πρόκειται για περίπτωση στιγμιαίας και μερικής αφαίρεσης της γονικής μέριμνας.
Η γονική μέριμνα αφαιρείται μόνο με δικαστική απόφαση, αφού πρόκειται για διατάξεις δημόσιας τάξης, δηλαδή δεν μπορεί να αφαιρεθεί με ιδιωτικό συμφωνητικό μεταξύ των συζύγων.

ΔΙΑΤΡΟΦΗ 

Ανιόντες και κατιόντες έχουν αμοιβαία υποχρέωση διατροφήςκατά τους όρους του Α.Κ. 1485. Η υποχρέωση διατροφής όμως δεν περιλαμβάνει όλους τους ανιόντες και κατιόντες. Συγκεκριμένα υποχρέωση και δικαίωμα διατροφής υπάρχει ανάμεσα στους εξ αίματος συγγενείς σε ευθεία γραμμή συγγενείς που κατάγονται ο ένας από τον άλλο, είτε λόγω γάμου ή συμφώνου συμβίωσης,  έστω και αν αυτός ακυρώθηκε είτε λόγω εκούσιας ή δικαστικής αναγνώρισης. Οι εξ αγχιστείας συγγενείς, ούτε δικαίωμα, ούτε υποχρέωση διατροφής έχουν. Έτσι υποχρέωση διατροφής έχουν τα τέκνα οι εγγονοί οι δισέγγονοι, οι παππούδες οι γιαγιάδες, οι προπαππούδες και οι προγιαγιαδες. Για την υποχρέωση διατροφής είναι αδιάφορο αν τα πρόσωπα συνοικούν ή όχι, αν επικοινωνούν συχνά κι αν υπάρχει μεταξύ τους συναισθηματικός δεσμός. Επίσης αμοιβαία υποχρέωση διατροφής υπάρχει και στην περίπτωση υιοθεσίας ανηλίκου, δεδομένου ότι με την υιοθεσία επέρχεται πλήρης ένταξη του ανηλίκου θετού τέκνου στην οικογένεια του προσώπου που το υιοθετεί. Αντίθετα το θετό τέκνο αποκόπτεται από τη φυσική του οικογένεια και δεν υφίσταται αμοιβαία υποχρέωση διατροφής μεταξύ των θετών τέκνων και των βιολογικών συγγενών του.Στην υιοθεσία ενηλίκου όμως υπάρχει αμοιβαία, αμφίδρομη υποχρέωση διατροφής, μεταξύ του θετού τέκνου και των βιολογικών συγγενών. Στην περίπτωση υιοθεσίας ενηλίκου το θετό τέκνο οφείλει καταρχήν να το διατρέφει ο θετός γονέας και έπονται οι εξ αίματος συγγενείς του. 

Ειδικότερα το ανήλικο τέκνο έχει δικαίωμα διατροφής ακόμη κι αν έχει περιουσία, εφόσον τα εισοδήματα της περιουσίας του ή το προϊόν της εργασίας του δεν αρκούν για τη διατροφή του. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις όταν ο γονέας αδυνατεί να διαθρέψει τον εαυτό του το ανήλικο τέκνο μπορεί να υποχρεωθεί να αναλώσει την περιουσία του. Η ευνοϊκή μεταχείριση των ανηλίκων ισχύει μόνο σε περίπτωση που αιτηθούν διατροφή από τους γονείς τους και χάνεται το δικαίωμα να διατηρήσουν την περιουσία τους σε περίπτωση που αιτηθούν διατροφή από τους παππούδες τους.           

Ο άπορος γονέας μπορεί να προβάλει ένσταση διακινδύνευσης δικής του διατροφής, μόνο εάν υπάρχουν συγγενείς που μπορούν να δώσουν διατροφή ή εάν το τέκνο μπορεί να αυτοδιατραφεί.           

Σε ότι αφορά τους γονείς οφείλουν να διατρέφουν το τέκνο τους από κοινού ανάλογα με τις δυνάμεις τους και ισομερώς. Δεν συνυπολογίζεται στο ποσό της διατροφής ότι δαπανά ο κάθε γονιός στα πλαίσια της επικοινωνίας του με το τέκνο. Στις οικονομικές δυνάμεις των γονέων συνυπολογίζεται εκτός από το εισόδημά του, η περιουσία του αλλά και η προσωπική εργασία που αυτός προσφέρει στα πλαίσια της επιμέλειας.           

Υπάρχει τέλος και δυνατότητα διατροφής για το τέκνο που είναι γεννημένο εκτός γάμου και η πατρότητα είναι πολύ πιθανή. Προϋποθέσεις είναι η απορία μητέρας τέκνου και β) η πιθανολόγηση της πατρότητος του τέκνου γ) επείγουσα περίπτωση